Ψυχανάλυση
Ψυχανάλυση
Η ψυχανάλυση που ως θεραπευτική μέθοδος και θεωρία κατανόησης του ψυχισμού και της συμπεριφοράς δημιουργήθηκε από τον Sigmund Freud (1856-1939), αποσκοπεί στην επίλυση των ενδοψυχικών συγκρούσεων και την ενδυνάμωση του Εγώ, σκοποί που επιτυγχάνονται μέσα από την ανάλυση και διερεύνηση του ασυνειδήτου και την ερμηνεία της μεταβίβασης, των συμπτωμάτων, των ονείρων και άλλων ασυνείδητων εκδηλώσεων. Πρόκειται για μία θεραπευτική μέθοδο η οποία προϋποθέτει την επένδυση χρόνου, χρήματος (λόγω της συχνότητας) και ψυχικής ενέργειας από την πλευρά του αναλυόμενου, και αφοσίωσης και χρόνου από την πλευρά του αναλυτή. Είναι όμως ταυτόχρονα μία πολύ ανταποδοτική διαδικασία καθώς συντελεί στην επίτευξη αλλαγών της προσωπικότητας και κατ’ επέκταση της ζωής του ατόμου.
Μεθοδολογικά, η κλασσική ψυχανάλυση περιλαμβάνει τη χρήση του “ντιβανιού” στο οποίο ξαπλώνει ο αναλυόμενος χωρίς να έχει στο οπτικό του πεδίο τον αναλυτή και μιλά ελεύθερα και απερίσπαστα ακολουθώντας τους ελεύθερους συνειρμούς του. Ο αναλυτής ακούει και παρεμβαίνει με διαπιστώσεις, ερωτήσεις και ερμηνείες οι οποίες προάγουν την κατανόηση του εαυτού του αναλυόμενου. Στην ψυχανάλυση είθισται οι εβδομαδιαίες συνεδρίες να είναι από τρεις έως πέντε, καθώς πρόκειται για μία εις βάθος ψυχοθεραπευτική διαδικασία κάτι που υποστηρίζεται από τη συχνότητα και τη σταθερότητα των συνεδριών αλλά και την ψυχική επένδυση αυτού του «ταξιδιού» και από τα δύο μέλη της θεραπευτικής σχέσης. Η αξιολόγηση του εάν μπορεί ένας θεραπευόμενος να ωφεληθεί από αυτή τη μέθοδο αλλά και να ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις που την πλαισιώνουν, γίνεται κατά τις πρώτες συνεδρίες.